Η ηπατίτιδα Β και C όπως παγκόσμια έτσι και στην Κύπρο αποτελεί σοβαρό πρόβλημα δημόσιας υγείας. Η συνεχή ενημέρωση από το Υπουργείο Υγείας, το πρόγραμμα εμβολιασμού κατά της ηπατίτιδας Β και η θεραπεία αντιμετώπισης της Χρόνιας Ηπατίτιδας  C και Β φαίνεται να είναι τα κύρια όπλα αντιμετώπισης του σοβαρού προβλήματος. Η μαζική είσοδος οικονομικών μεταναστών, νόμιμων και παράνομων προσφύγων σίγουρα έχει αλλάξει τα επιδημιολογικά δεδομένα.

 

Ηπατίτιδα Β

Σύμφωνα μ’ επιδημιολογικά δεδομένα η Κύπρος κατατάσσεται στις χώρες χαμηλής ενδημικότητας (<2%).

Οι πρώτες μελέτες σε σχέση με τους τρόπους μόλυνσης στον Κυπριακό πληθυσμό έδειξαν ότι ο κύριος  τρόπος μόλυνσης ήτο η σεξουαλική επαφή και κατά δεύτερον οι μεταγγίσεις τούτο δε λόγω της ύπαρξης πάντοτε εθελοντικής αιμοδοσίας και του υψηλού επιπέδου ελέγχου.

Η λήψης κρατικής απόφασης για εμβολιασμό αρχικά των ομάδων υψηλού κινδύνου και στην συνέχεια εφαρμογής νεογνικού εμβολιασμού σχολικού εμβολιασμού και εμβολιασμού των στρατιωτών και στην συνέχεια καθολικού εμβολιασμού έχει συμβάλει στην μείωση της οροθετικότητας, την μείωση των περιπτώσεων οξείας ηπατίτιδας.

Ενδιαφέρον θα παρουσιάσουν μελέτες εντοπισμού θετικότητας  ΗΒsAg και HBeAg στους Τουρκοκύπριους και στους μετανάστες.

Οι ασθενείς με HBsAg δεν θεωρούνται πλέον απλοί φορείς αλλά δυνητικά πάσχοντες. Όλοι με θετικό HBsAg πρέπει να ελέγχονται για το ενδεχόμενο ανάπτυξης καρκίνου ήπατος (ηπάτωμα) με μέτρηση της afetprotein και ultrasound ανά εξάμηνο.

Όλες οι σύγχρονες θεραπείες εφαρμόζονται στην Κύπρο με πολύ καλά αποτελέσματα και έχει μειωθεί σημαντικά η παραπομπή ασθενών λόγω κύρρωσης ήπατος για μεταμόσχευση.

 

Ηπατίτιδα C

Η επίπτωση της ηπατίτιδας C στην Κύπρο υπολογίζεται <0,5% με υψηλά επίπεδα στους πολυμεταγγιζόμενους (άτομα με μεσογειακή αναιμία 8-10%). Υψηλότερος εντοπισμός παρατηρείτο σε άτομα 40-50 ετών.

Η διενέργεια ορολογικού ελέγχου για αντι-HCV στα πλαίσια του ετήσιου ιατρικού ελέγχου γίνεται αιτία εντόπισης όλο και περισσότερων περιστατικών HCV λοίμωξης που πιθανόν είχαν εκτεθεί στον ιόν παλαιότερα. Το καλό επίπεδο προληπτικού ελέγχου αίματος και παράγωγων για HCV έχει μείωση της μόλυνσης λόγο μεταγγίσεων αλλά επισημαίνονται νέα περιστατικά σε νέα άτομα που πιθανόν να οφείλονται στην αύξηση των χρηστών ενδοφλέβιων ναρκωτικών με μολυσμένες βελόνες  και στην Κύπρο.

Οι περισσότεροι ασθενείς μολύνονται από τους γονότυπους Ια (Ιβ) και λιγότερο από 2 και 3. Σε κίρρωση καταλήγουν μετά από χρόνια HCV λοίμωξη ποσοστό 10-15%.

Η συχνότητα HCV σχετιζόμενης κίρρωσης και HCV σχετιζόμενου ηπατοκυτταρικού καρκίνου φαίνεται ν’ αυξάνεται και στον Κυπριακό πληθυσμό.

Δεν έχουν παρατηρηθεί περιστατικά με βαριά οξεία λοίμωξη. Αντίθετα παρατηρήθηκε αύξηση στους μη ανταποκρινόμενους, στην θεραπεία με συμβατική ιντερφερόνη, υποτροπιάζοντας και εκείνους που παρουσιάζουν εξωηπατικές εκδηλώσεις. Δημοσιεύσαμε ένα περιστατικό απλοστικής αναιμίας που επιβίωσε μετά από μεταμόσχευση μυελού των οστών και ένα περιστατικό οπτικής νευρίτιδας. Μονοθεραπεία με ιντερφερόνη άρχισε στην Κύπρο το 1990 με μικρό ποσοστό ανταποκρίσεως και μεγάλο ποσοστό υποτροπών.

Τώρα πλέον χορήγηση νέων μορφών αντιικής  θεραπείας DAA είχε άριστα αποτελέσματα και η ηπατίτιδα C στο μέλλον ελπίζουμε να ανήκει στο παρελθόν. Η εντατικοποίηση της ενημέρωσης εν σχέσεις με την ηπατίτιδα Β και κυρίως C, η περαιτέρω οργάνωσης του ήδη υπάρχοντος Εργαστηρίου Μοριακής Βιολογίας αναφοράς, η δημιουργία ενός Παγκύπριου αρχείου Ηπατίτιδος και η επιτήρηση των εφαρμοζόμενων θεραπειών ως και η ολοκλήρωσης επιδημιολογικών μελετών σ’ ολόκληρη την Κύπρο είναι απαραίτητες ενέργειες για μια αποτελεσματική πολιτική αντιμετώπιση του προβλήματος στην Κύπρο.

Δρ. Γιώργος Σ. Ποταμίτης

Γαστρεντερολόγος Ηπατολόγος FERGH